- Αρτακιη
- ἈρτακίηἈρτᾰκίηἥ Артакия (источник в стране лестригонов) Hom.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Ἀρτακίη — fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρτακίῃ — Ἀρτακίη fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρτακίην — Ἀρτακίη fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρτακίης — Ἀρτακίη fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρτακία — Ἀρτακίᾱ , Ἀρτακίη fem nom/voc/acc dual Ἀρτακίᾱ , Ἀρτακίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρτακίᾳ — Ἀρτακίαι , Ἀρτακίη fem nom/voc pl Ἀρτακίᾱͅ , Ἀρτακίη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρτακίαν — Ἀρτακίᾱν , Ἀρτακίη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)